παρατυπία

παρατυπία
η
η έλλειψη τυπικής τάξης, παράβαση κανόνων: Η είσοδος σε γραφείο χωρίς να χτυπήσεις την πόρτα είναι παρατυπία.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παρατυπία — η 1. η ιδιότητα τού παράτυπου, το να είναι κάτι παράτυπο, η παράβαση ορισμένων τύπων 2. συνεκδ. η πράξη που αποτελεί αυτήν την παράβαση τών τύπων. [ΕΤΥΜΟΛ. < παράτυπος. Η λ. μαρτυρείται από το 1849 στον Θ. Παπάζογλου] …   Dictionary of Greek

  • ανορθογραφία — η 1. ορθογραφικό σφάλμα 2. η ιδιότητα ή το ελάττωμα του ανορθόγραφου 3. μτφ. δυσαρμονία, παρατυπία, ασχήμια. [ΕΤΥΜΟΛ. ανορθόγραφος. Η λ. στον πληθ. ανορθογραφίαι, αι μαρτυρείται από το 1871 στο Ελληνογαλλικό Λεξικό του Άγγελου Βλάχου] …   Dictionary of Greek

  • ασυνθεσία — ἀσυνθεσία, η (Α) [ασύνθετος] 1. παράβαση συνθηκών, παρανομία, παρατυπία 2. έλλειψη σύνθεσης …   Dictionary of Greek

  • βαρύνω — (AM βαρύνω) [βαρύς] τονίζω με βαρεία νεοελλ. φρ. «με βαρύνει κάτι» ή «βαρύνομαι με κάτι» έχω κάτι εις βάρος μου (κατηγορία, αδίκημα, παρατυπία κ.λπ.) μσν. Ι. 1. επιρρίπτω ευθύνη σε κάποιον, κατηγορώ 2. χτυπάω 3. έχω βάρος, είμαι βαρύς II.( ομαι)… …   Dictionary of Greek

  • παρατυπώ — έω [παράτυπος] ενεργώ παρά τους τύπους, παρά τους κανόνες, κάνω παρατυπία …   Dictionary of Greek

  • δικονομικός — ή, ό αυτός που αναφέρεται στη δικονομία ή έχει σχέση μ’ αυτή: Η απόφαση ήταν άδικη, γιατί υπήρξε δικονομική παρατυπία …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”